Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009


ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ DACTYLORIZA PYTHAGORAE ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ
Οι Δακτυλόριζες είναι ένα από τα γένη της μεγάλης οικογένειας των Ορχεοειδών που φιλοξενεί η Σάμος.
Το όνομα Δακτυλόριζα προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις δάκτυλο και ρίζα και ορίζουν το ριζικό σύστημα του φυτού που αποτελείται από παλαμοειδής κονδύλους.
Το γένος αυτό διανέμεται στο βόρειο ημισφαίριο και κυρίως στην Ευρώπη και στην ΒΔ Ασία.
Είναι επίγεια Ορχιδέα και φυτρώνει σε βασικά χώματα που είναι εύφορα και πλούσια σε οργανικές ουσίες ,μέσα σε υγρά λιβάδια ,ρεματιές, δίπλα σε πηγές και έλη και σε περιοχές που έχουν αραιή και πυκνή κάλυψη από δέντρα. Είναι φυτό κυρίως των ορεινών περιοχών.
Το γένος αυτό έχει την δυνατότητα να ζήσει και σε πιο ξηρές συνθήκες εφόσον έχει τον τρόπο να αποθηκεύει υγρασία για όταν την χρειάζεται.
Τα φύλλα του είναι μακρυά λογχοειδή στα περισσότερα είδη και αναπτύσσονται κατά μήκος του βλαστού ο οποίος υψώνεται μέχρι και τα 70 εκ.περίπου .Τα ψηλότερα φύλλα είναι κοντύτερα από εκείνα που βρίσκονται στη βάση του βλαστού. Όταν είναι σε φάση πλήρους ανθοφορίας τα λουλούδια σχηματίζουν πυκνή ταξιανθία σαν μπουκέτο. Τα κυρίαρχα χρώματα των λουλουδιών είναι συνήθως σε αποχρώσεις του ροζ ή του κόκκινου χωρίς να λείπουν και κάποιες αποχρώσεις του απαλού κίτρινου και του λευκού. Στο χείλος πολλές φορές εμφανίζονται μικρές κηλίδες .Οι Δακτυλόριζες είναι πολύ προσαρμοστικά φυτά όταν βρουν κατάλληλο περιβάλλον και εποικίζουν με μεγάλη ευχέρεια. Σε αυτό βοηθάει και ο μεγάλος αριθμός σπερμάτων -από τους μεγαλύτερους της οικογένειας- που παράγει το φυτό. Υβριδίζουν επίσης πολύ εύκολα.


Η Δακτυλόριζα του Πυθαγόρα

Η Δακτυλόριζα ρομάνα
Το γένος στο νησί αντιπροσωπεύεται από δύο είδη. Το ένα είναι η Dactyloriza romanaη οποία αναπτύσσει μεγάλους πληθυσμούς στο τέλος Απριλίου. Το δεύτερο είδος η Dactyloriza pythagorae είναι και το πιο σημαντικό εφόσον έχει χαρακτηριστεί σαν τοπικό ενδημικό μεγάλης οικολογικής αξίας για την χλωρίδα της Σάμου. Συγκαταλέγεται στα προστατευόμενα είδη παγκοσμίως και είναι κοινοτικής σημασίας. Συγκαταλέγεται στον κατάλογο της IUCN σαν απειλούμενο ενδημικό είδος της χλωρίδας της νότιας Ελλάδας.

Στα τέλη της δεκαετίας του 80 εντοπίστηκε η Dactyloriza pythagorae σε μια περιοχή ψηλά στον Καρβούνη και σε υψόμετρο περίπου 900 μέτρα. Είναι η περιοχή που σχηματίζεται από το Ξεπαγιασμένο, τους Γκιναίους και τον Δεντριά. Χαρακτηριστικό της περιοχής είναι η πυκνή βλάστηση από μαύρη Πεύκη και διάφορα φυλλοβόλα, οι πολλές πηγές και τα πολλά ρυάκια τα οποία σχηματίζουν ένα από τα κυριότερα ρέματα του βουνού συνεχούς ροής, τους Μοσχογιάννηδες. Το ρέμα αυτό με την σειρά του εμπλουτίζει στα χαμηλά, έξω από την Υδρούσα, το Φουρνιώτικο ρέμα που εκβάλλει ανατολικά του Καρλοβάσου.
Αρχικά οι ερευνητές που την ανακάλυψαν (M.Hirth και H.Spaeth) την κατέγραψαν σαν μια παραλλαγή της D.saccifera (είδος Μεσογειακό) ή της D.kalopissii( είδος της βόρειας Ελλάδας) ή της D.cordigera( είδος Βαλκανικό) γιατί είχε κάποια χαρακτηριστικά που έμοιαζαν με το φυτό που βρήκαν και είχαν να κάνουν με τα φύλλα, την πυκνή ταξιανθία το παρατεταμένο χείλος, τα χρώματα στα άνθη και τις κηλίδες σε αυτά.
Περαιτέρω έρευνες συνεχίστηκαν από τους Golz και Reinhard το 1992 οι οποίοι την συνέκριναν με κάποια είδη της ΒΔ και της κεντρικής Τουρκίας.
Εδώ αξίζει να ανοίξουμε μια μεγάλη παρένθεση.
Σχεδόν πάντα οι ερευνητές που ανακάλυπταν ή ανακαλύπτουν ένα καινούργιο είδος για την Σάμο έχουν κατά νου ότι η Σάμος έχει πολλές συγγένειες με την Ανατολία περισσότερο παρά με τα Βαλκάνια ή την δυτική Μεσόγειο και Ευρώπη. Με τις Δακτυλόριζες υπάρχει όμως και μία επιπλέον διαφορά που πιθανόν αρχικά να μπέρδεψε λίγο τα πράγματα. Η διαφορά αυτή έχει να κάνει με το ότι οι Δακτυλόριζες των Βαλκανίων και της Μεσογείου είναι απόγονοι ειδών από βορειότερες περιοχές που βρήκαν καταφύγιο στις Μεσογειακές περιοχές σε περιόδους που στις βόρειες περιοχές επικρατούσαν συνθήκες παγετώνων. Τα Βαλκάνια επηρεάστηκαν λιγότερο από τις Πλειστόκαινες περιόδους πάγων πριν περίπου 500000 χρόνια. Η σύγχρονη επιστήμη έχει αποδείξει τέτοιες μετακινήσεις με την ανάλυση των σωματικών αριθμών των χρωμοσωμάτων και των χρωματοσωμικών μηκών . Ο Δαρβίνος βέβαια στον 19 αιώνα ήταν ο πρώτος που υποστήριξε και θεμελίωσε κάτι τέτοιο, με το βιβλίο ευαγγέλιο <<η καταγωγή των ειδών>>.
Τελικά μετά απο τις μοριακές μελέτες η Dactyloriza pythagorae κατατάχθηκε από τον H.Reinhard το 1992 σαν καινούργιο είδος τυπικό Σαμιώτικο.
Τα τελευταία χρόνια το φυτό αναπτύσσει υγιείς και σταθερούς πληθυσμούς. Ανθίζει στα τέλη Ιουνίου με αρχές Ιουλίου και αντέχει περίπου μέχρι τα μέσα του μήνα ίσως και παραπάνω.Οι τοποθεσίες που εμφανίζεται αποτελούν από μόνες τους ένα ξεχωριστό βιότοπο με το δικό τους μικροκλίμα. Στους ίδιους τόπους εμφανίζονται λίγο πριν και τα υπόλοιπα ορεινά είδη που φιλοξενεί η Σάμος τα οποία και αυτά με την μοναδική τους αξία προάγουν την βιοποικιλότητα της συγκεκριμένης περιοχής και του νησιού γενικότερα.. Τα είδη αυτά είναι: Listera ovata, Epipactis mycrophylla, Plananthera clorantha, Epipactis condensata, Cephalanthera rubra, Cephalanthera longifolia, Orchis intacta, Orchis provincialis, Orchis pinetorum, Orchis mascula var Karvounis,Orchis tridentata, Limodorum abortivum.

Καθεστώς προστασίας

Η ευρύτερη περιοχή έχει συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα NATURA 2000, GR 4120002 σαν τόπος κοινοτικής σημασίας. Η έκτασή της είναι 48500 στρέμματα περίπου. Στην συγκεκριμένη περιοχή πραγματοποιούνται ανθρώπινες δραστηριότητες όπως βόσκηση, κυνήγι, καλλιέργειες και έντονη επισκεψιμότητα την άνοιξη και το καλοκαίρι .Την διασχίζει βατός χωματόδρομος που ενώνει τα βόρεια χωριά με την Υδρούσα. Στα όρια των βιοτόπων και μέσα στο NATURA 2000 σχεδιάζεται να γίνει το φράγμα του Καρβούνη που θα μαζεύει τα νερά του ρέματος Μοσχογιάννηδες.
Εκ του αποτελέσματος λοιπόν ανάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει καθεστώς προστασίας και είναι όλα αφημένα στην τύχη τους.

Παρασκευή 10 Ιουλίου 2009

ΓΕΩΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ

Η γεωλογική μορφή της Ελληνικής γης άλλαξε πολλές φορές μέχρι σήμερα και θα αλλάζει συνεχώς και στο μέλλον, ακολουθώντας τον νόμο της αδιάκοπης μεταβολής.
"ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ" που ελεγε και ο Ηράκλειτος.


Πριν από 180 εκ χρόνια στην Ιουρασική περίοδο όλη η περιοχή από το Ιόνιο μέχρι και την Μικρά Ασία ήταν καλυμμένη από θάλασσα.
Ο βυθός της θάλασσας, που σκέπαζε ολόκληρη την ελληνική περιοχή, παρουσίαζε τότε μία παράξενη μορφολογική εικόνα. Αυτή ακριβώς η εικόνα, το ανάγλυφο του βυθού, υπήρξε η προϋπόθεση για την δημιουργία της σημερινής Ελληνικής χερσονήσου.
Στη θέση του ορεινού όγκου της Πίνδου υπήρχε μία βαθιά υποθαλάσσια τάφρος, η "αύλαξ της Πίνδου" . Δυτικότερα εκτεινόταν μία δεύτερη, η "Ιόνια αύλαξ" και ένα ψηλό τοίχωμα , το "ύψωμα του Γαβρώνου" χώριζε τις δύο τάφρους.
Η περιοχή του Αιγαίου σημαδεύτηκε από σημαντικές γεωτεκτονικές μεταβολές οι οποίες άρχισαν σιγά-σιγά να διαμορφώνουν την μορφή του χώρου.
Οι μεταβολές αυτές σχετίζονταν με την κίνηση μεγάλων τεμαχίων του γήινου φλοιού, που ονομάζονται λιθοσφαιρικές πλάκες. Αυτή η κίνηση είχε ως αποτέλεσμα έντονη ηφαιστειακή και σεισμική δραστηριότητα.
Η Αφρικανική λιθοσφαιρική πλάκα κινείται και βυθίζεται κάτω από την Ευρασιατική πλάκα. Αυτό γινόταν τότε και συνεχίζεται και σήμερα. Στη σημερινή εποχή η <<σύγκρουση >> των δύο αυτών πλακών συμβαίνει στα νότια της Κρήτης.
Εκτός όμως από την Αφρικανική πλάκα υπάρχει και η Αραβική μικροπλάκα η οποία αποτελεί ένα αποσπασμένο μικρότερο κομμάτι της Αφρικανικής. Αυτή λοιπόν η Αραβική μικροπλάκα αποσπάται στην Ερυθρά θάλασσα απο την Αφρικανική και κινείται με μεγαλύτερη ταχύτητα από ότι η μητρική της προς τα βόρεια- βόρειοδυτικά και πιέζει με την σειρά της μια άλλη μικρότερη μικροπλάκα αυτήν της Μικρασίας. Η πλάκα της Μικρασίας ή Τουρκική κινείται προς τα δυτικά με κατεύθυνση το Αιγαίο. Η κίνηση αυτή επηρεάζει και τον χώρο του αν Αίγαίου. Φαίνεται λοιπόν ότι ο χώρος του Αιγαίου αποτελεί μία από τις πλέον ενεργές περιοχές του φλοιού του πλανήτη. Εδώ οι γεωλογικές μεταβολές ήταν και παραμένουν πάντα έντονες και συνεχείς.

Πριν από 140 εκατομμύρια χρόνια , στις αρχές τις Κρητιδικής περιόδου, μία γιγάντια ανοδική ορογενετική κίνηση ανύψωσε πάνω από τα κύματα την λεγόμενη Πελαγονική οροσειρά. Μία στενή ζώνη ξηράς που περιλαμβάνει την βορειότερη Μακεδονία (Πελαγονία), τον Όλυμπο, την Ανατολική Θεσσαλία και την Βόρειο Εύβοια. Προέκταση της οροσειράς αυτής προς τα νότια και ανατολικά θεωρείται η λεγόμενη "Αττικοκυκλαδική μάζα" που περιλαμβάνει την Αττική, τη νότιο Εύβοια και τα περισσότερα νησιά των Κυκλάδων, καθώς την Ικαρία και την Σάμο. Είναι μια μάζα ετερογενούς σύστασης. Υπάρχουν όμως και ερευνητές που υποστηρίζουν ότι η αττικοκυκλαδική μάζα αποτελεί τμήμα μιας μεσαίας αιγιακής ζώνης που περιλαμβάνει και τμήμα της μικρας Ασίας. Αυτή η δεύτερη άποψη είναι και ένα διφορούμενο ζήτημα για το πρόβλημα που έχουμε με τους γείτονες μας στο θέμα της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου.
Ένα χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής που εχει ιδιαίτερη αξία για την Σάμο είναι η εμφάνιση του Κέρκη με το φαινόμενο του τεκτονικού παράθυρου.
Τεκτονικό παράθυρο στην γεωλογία ονομάζουμε τα πετρώματα μια γεωλογικής ζώνης τα οποία βρίσκονται κάτω από τα πετρώματα μιας άλλης γεωλογικής ζώνης αλλά έρχονται στην επιφάνεια σαν σφήνα μέσα από την υπερκείμενη ζώνη με τη βοήθεια κάποιων ρηγμάτων ή λόγω αποσάθρωσης. O Κέρκης λοιπόν ο οποίος αποτελεί μια συνεχή ανθρακική, ιζηματογενή σειρά ιουρασικής περιόδου ξεπροβάλλει μέσα από την αττικοκυκλαδική μάζα και φυσικά περιβάλλεται από τα πετρώματα αυτής που είναι κυρίως σχιστόλιθοι ,μάρμαρα και ασβεστόλιθοι. Η ανάδυση του Κέρκη υπολογίζεται ότι έγινε πριν περίπου 80 εκ χρόνια. Εδώ αξίζει να αναφερθεί ότι το σπουδαιότερο τεκτονικό παράθυρο της Ελλάδας είναι ο Όλυμπος.

Πριν από 30 εκατομμύρια χρόνια στην Μειόκενο περίοδο, όταν η τάφρος της Πίνδου είχε γεμίσει από ιζήματα, σημειώνονται νέες κοσμογονικές αναστατώσεις στα έγκατα της Ελληνικής γης. Ύστερα από μία πανίσχυρη ανοδική ώθηση πτυχώθηκαν τα υλικά της τάφρου και ανυψώθηκαν σχηματίζοντας την επιβλητική οροσειρά της Πίνδου. Ύστερα από την τάφρο της Πίνδου γεμίζει και η "Ιόνιος Αύλαξ" από τα προϊόντα της γεωλογικής αναταραχής και των αποσαθρώσεων των οροσειρών του Γαβρόβου. Κατά τη γεωλογική αυτή περίοδο λοιπόν, ανυψώθηκε από τα βάθη αυτής που σήμερα ονομάζουμε Μεσόγειο θάλασσα, η Αιγηίς. Ήταν μια ενιαία στεριά, η οποία περιλάμβανε τη σημερινή νότια Βαλκανική χερσόνησο, το Αιγαίο και τη Μικρά Ασία και εκτεινόταν από την Αδριατική θάλασσα μέχρι και την Κρήτη. Τότε, την εποχή του Μειόκαινου, το κλίμα ήταν πολύ πιο θερμό από το σημερινό και την επιφάνεια της Αιγηίδος κάλυπταν εκτεταμένα δάση και σαβάνες που τις διέκοπταν εκτεταμένες λίμνες με γλυκό νερό. Η βλάστηση περιλάμβανε κυρίως κωνοφόρα και ανθοφόρα φυτά, όπως οι γιγαντιαίες σεκόιες, οι κουνιχάμιες, οι κυπαρισσίδες, οι πευκίδες, αλλά και βαλανιδιές, καρυδιές, δαφνίδες, κανελόδενδρα, λεύκες, σκλήθρα και πολλά άλλα είδη. Δεν έλειπαν ακόμη τα φοινικόδενδρα, καθώς και πολλά άλλα φυτά της οικογένειας των φοινικίδων. Ολη αυτή η πλούσια τροπική χλωρίδα αποτελεί σήμερα αυτό που λέμε τα πετρέλαια του Αιγαίου.
Στο χερσαίο αυτό χώρο έζησαν κατά καιρούς πάρα πολλά είδη ζώων, προβοσκιδωτών, όπως ελέφαντες και δεινοθήρια, σαρκοφάγα, αντιλόπες, γαζέλες, μικρόσωμα ελάφια, ιπποπόταμοι, ρινόκεροι, ιππάρια, τρωκτικά, πουλιά και ερπετά.

Πριν από 20 εκατομμύρια χρόνια το σημείο όπου βυθιζόταν η αφρικανική λιθοσφαιρική πλάκα κάτω από την ευρωπαϊκή δεν ήταν νότια της Κρήτης, όπως σήμερα. Τότε βρισκόταν αρκετά βορειότερα και συγκεκριμένα στο χώρο των σημερινών Κυκλάδων. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα τότε δημιούργησε εντυπωσιακά ηφαιστειακά κέντρα στο βόρειο και κεντρικό Αιγαίο και τη δυτική Μικρά Ασία πρίν 20-15 εκ.χρόνια. Δείγματά της βρίσκουμε στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου, Ιμβρο, Λήμνο, Αγ. Ευστράτιο και Λέσβο, τα οποία διασώθηκαν από τη μεταγενέστερη καταβύθιση της περιοχής μεταξύ των νησιών. Λιγο μετά απο εκεινη την περίοδο το ηφαιστειακό τόξο κινήθηκε νοτιότερα 10-6 εκ χρόνια.Απο εκείνη την εποχή είναι και οι ηφαιστιογενείς αποθέσεις δυτικά του Κέρκη. Εδώ να τονιστεί ότι δεν εχει αποδειχτεί ότι ο Κέρκης ήταν παλιό ηφαίστειο. Στην περίοδο αυτή επίσης ανάγονται και τα παλαιοντολογικά ευρήματα των Μυτηλινιών. Πριν περίπου 6 εκ χρόνια.Εκείνη την εποχή η Σάμος έμοιαζε με σαβάνα και είχε περιόδους έντονων βροχών και έντονης ξηρασίας.

Σήμερα το ηφαιστειακό τόξο εχει κινηθεί ακόμη νοτιότερα.
Με την πάροδο του χρόνου ο μεγάλος γεωγραφικός χώρος της Αιγηίδας μετατρέπεται σε μια σκεπασμένη από υλικά ηφαιστειακών εκρήξεων, απέραντη έκταση, που με τη σειρά της διαμελίζεται και αυτή. Στα τέλη του Μειόκαινου, περίπου 5 εκατομμύρια χρόνια πριν από σήμερα, σημειώθηκαν καταβυθίσεις και ανυψώσεις με αποτέλεσμα να εισχωρήσουν στην τεράστια αυτή ξηρά της πρώην Αιγηίδας υδάτινοι όγκοι, σχηματίζοντας τμήμα του Αιγαίου και μεγάλες εσωτερικές λίμνες. Στο γεωχρονολογικό αυτό διάστημα άρχισε και η ανταλλαγή πανίδας με την περιοχή τησ Μικράς Ασίας.


Ακολουθεί η Πλειόκαινος περίοδος και η παλαιογεωγραφική εικόνα της περιοχής συνεχίζει να αλλαζει.Σε πολλές περιοχές παρατηρείται επίκλυση της θάλασσας,σχηματίζονται βυθίσματα της στεριάς,σχηματίζονται καινούργια νησιά και αλλα χάνονται.Σιγά σιγά η Αιγηίδα κατακερματίζεται.

Στη διάρκεια της Πλειστόκενου περιόδου η οποία ονομάστηκε περίοδος παγετώνων και συγκεκριμένα 400.000 χρόνια πριν από σήμερα, πολλά από τα σημερινά νησιά αποτελούσαν τμήματα της ίδιας στεριάς -Κυκλάδες ή συνανήκαν στη σημερινή ηπειρωτική χώρα – Σποράδες. Η Σάμος μαζί με την Ικαρία τους Φούρνους και τα βόρεια Δωδεκάνησα από την Κω και πάνω σχημάτιζαν μια εκτεταμένη χερσόνησο της ανατολίας προς τα δυτικά.
Εκείνη την εποχή η στάθμη της θάλασσας στην ευρύτερη περιοχή της Σάμου βρισκόταν περίπου 200 μέτρα βαθύτερα από τη σημερινή.

Κατά την Ολόκαινο περίοδο οι πάγοι άρχισαν να λιώνουν και το κλίμα να γίνεται πιο ήπιο. Συγκεκριμένα πριν 9000 χρόνια , η θαλάσσια στάθμη ανυψώνεται κατά 100 με 200 μέτρα. Το Αιγαίο αποκτά σχεδόν τη σημερινή του μορφή και χαρακτηρίζεται από θερμές κλιματολογικές συνθήκες, ευνοϊκές για μόνιμη εγκατάσταση. Διαφορές παρατηρούνται μόνο στην πορεία των ακτογραμμών, ως συνέπεια των αυξομειώσεων της στάθμης της θάλασσας και σεισμικών φαινομένων, που σημειώθηκαν κατά τις τελευταίες χιλιετίες.
Η Σάμος παίρνει την μορφή που βλέπουμε σήμερα πριν 6000 χρόνια περίπου.